Πιστωτική επέκταση 5% σε ετήσια βάση θα προέλθει τα προσεχή χρόνια από την κινητοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, που θα μοχλεύσει δάνεια ύψους 33 δισ. ευρώ. Αυτό προέβλεψε ο διευθύνων σύμβουλος της Alpha Bank Βασίλης Ψάλτης μιλώντας στο πλαίσιο της διαδικτυακής συζήτησης που διοργάνωσε το ΙΟΒΕ σε συνεργασία με την Παγκόσμια Τράπεζα με αφορμή την παρουσίαση της Έκθεσης “World Bank – Europe and Central Asia Regional Economic Update: Data, Digitalization, and Governance”, που περιλαμβάνει τις προβλέψεις του Οργανισμού για την παγκόσμια ανάπτυξη την προσεχή διετία.
Ο CEO της Alpha Βασίλης Ψάλτης εκτίμησε ότι συνολικά τα 31 δισ. ευρώ που έρθουν στη χώρα μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης θα κινητοποιήσουν επενδύσεις 57 δισ. ευρώ, καθώς τόσο το σκέλος των δανείων όσο και το σκέλος των επιδοτήσεων, προϋποθέτει κεφάλαια με τη μορφή ίδιας συμμετοχής από την πλευρά των επιχειρήσεων. Εάν στα 31 δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης προστεθούν και τα κονδύλια ύψους 41 δισ. ευρώ μέσω ΕΣΠΑ, οι διαθέσιμοι πόροι θα ανέλθουν στα 72 δισ. ευρώ, χωρίς σε αυτά να περιλαμβάνεται η ιδιωτική συμμετοχή, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για την ισχυρή ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας. Ο κ. Ψάλτης εκτίμησε ότι υπάρχουν επενδυτικά σχέδια που μπορούν να κινητοποιήσουν άμεσα το ένα τρίτο των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, ενώ «σημαντική δουλειά θα πρέπει να γίνει» προκειμένου να διαμορφωθούν οι συνθήκες για την απορρόφηση των υπόλοιπων κεφαλαίων που θα έρθουν στη χώρα μας, είτε με την μορφή δανείων είτε με τη μορφή επιδοτήσεων. Υπενθυμίζεται ότι τα 31 δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης αφορούν σε 18 δισ. ευρώ με τη μορφή επιδοτήσεων και άλλα 13 δισ. ευρώ με τη μορφή δανείων, τα οποία θα απαιτήσουν ίδια κεφάλαια από την πλευρά των επιχειρήσεων της τάξης του 20%, ενώ στο 30% – 40% διαμορφώνεται ο τραπεζικός δανεισμός για την χρηματοδότηση των έργων που θα επιλεγούν.
Η ανάπτυξη
Αναφερόμενη στις εκτιμήσεις για το ρυθμό ανάπτυξης σε Ελλάδα και Ευρωζώνη η Επικεφαλής Οικονομολόγος της Παγκόσμιας Τράπεζας για την Ευρώπη και την Κεντρική Ασία Asli Demirgüç-Kunt, προσδιόρισε την ανάπτυξη για την χώρα μας στο 3,8% για το 2021 και στο 5% για το 2022, ενώ με ρυθμό 4% και 5% αντίστοιχα θα ενισχυθεί το ευρωπαϊκό ΑΕΠ. Στην ανάλυσή της «υπογράμμισε τον κίνδυνο αύξησης των κόκκινων δανείων, των πτωχεύσεων κυρίως μικρών επιχειρήσεων, καθώς και αύξησης της ανεργίας ειδικά σε ότι αφορά το ανειδίκευτο τμήμα του πληθυσμού, που πλήττεται περαιτέρω από τις επιπτώσεις της πανδημίας». Η πανδημία επεσήμανε η κ. Kunt «οδήγησε σε σημαντικές απώλειες θέσεων εργασίας για τους φτωχούς και τους ευάλωτους, επηρεάζοντας τους χαμηλά ειδικευμένους εργαζόμενους, τις γυναίκες και τους νέους δυσανάλογα περισσότερο» και όπως συνέστησε «μια ανθεκτική ανάκαμψη θα πρέπει επίσης να είναι μια ανάκαμψη χωρίς αποκλεισμούς». Προσδιορίζοντας τις προκλήσεις για την ελληνική οικονομία η εκπρόσωπος του Οργανισμού επέμεινε στις επιπτώσεις που θα υπάρξουν στον ανθρώπινο κεφάλαιο, επισημαίνοντας ότι θα πρέπει να δοθεί βάρος στην αναβάθμιση των δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού, στη μεταρρύθμιση της διακυβέρνησης, στη εισαγωγή εργαλείων πτώχευσης επιχειρήσεων και στην αναμόρφωση του δικαστικού συστήματος.
Στην τοποθέτησή του ο υπουργός Εργασίας Κωστής Χατζηδάκης υπογράμμισε ότι σε ότι αφορά τις εργασιακές σχέσεις, η περίοδος είναι κατάλληλη για εγρήγορση και ότι πρέπει να υπάρξουν παρεμβάσεις που θα αντιμετωπίζουν τα πραγματικά προβλήματα στο χώρο της εργασίας στη νέα εποχή που σηματοδοτεί η ενίσχυση της τηλεργασίας. «Θα κινηθούμε εμπροσθοβαρώς έως το φθινόπωρο για την αξιοποίηση των πρώτων 300 εκατ. ευρώ, δίνοντας έμφαση στις ψηφιακές δεξιότητες και στην αναβάθμιση του επιπέδου της κατάρτισης στη χώρα μας», επεσήμανε ο κ. Χατζηδάκης υπογραμμίζοντας «τις ιδιαίτερα κακές επιδόσεις που έχει η χώρα μας στον τομέα της κατάρτισης, εμφανίζοντας το χειρότερο δείκτη μεταξύ των χωρών της Ε.Ε. σε σχέση με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας».
Ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) Γιάννης Ρέτσος εκτίμησε ότι το 2021 ο τουριστικός κλάδος θα ανακτήσει το 40%-50% των εσόδων του 2019 και σύμφωνα με τις προβλέψεις τα έσοδα από τον τουρισμό θα διαμορφωθούν περί τα 7,5 – 9 δισ. ευρώ. Κρίσιμο στοίχημα για τον κλάδο στη μετά covid εποχή είναι «η ενίσχυση των υποδομών ώστε να στηρίξουν το τουριστικό προϊόν, καθώς και η δημιουργία συνεργειών με τομείς όπως η αγροτική οικονομία και ο πολιτισμός, προκειμένου να ενισχυθεί η προστιθέμενη αξία του τουριστικού κλάδου». Ο κ. Ρέτσος, σημείωσε μεταξύ άλλων ότι “φέτος είναι μια υβριδική χρονιά. Το τέλος της πανδημίας σηματοδοτεί την αρχή της επόμενης μέρας με ποιοτική αλλαγή και αναβάθμιση του τουριστικού προϊόντος».
Οι προβλέψεις της Παγκόσμιας Τράπεζας
Η Έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας αναφέρει ότι «η οικονομική δραστηριότητα στις αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες οικονομίες της Ευρώπης και της Κεντρικής Ασίας έχει συρρικνωθεί κατά 2% το 2020, καθώς η πανδημία αναμένεται να εξαλείψει τα εισοδηματικά κέρδη μιας πενταετίας για το ένα έκτο περίπου των οικονομιών της περιοχής και να αυξήσει τον αριθμό της φτώχειας». Οι οικονομίες με ισχυρούς εμπορικούς ή οικονομικούς δεσμούς με τη ζώνη του ευρώ και εκείνες που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις υπηρεσίες και τον τουρισμό υπέστησαν το ισχυρότερο χτύπημα.
Ο ρυθμός ανάκαμψης το 2021 αναμένεται να είναι ταχύτερος από το αρχικά αναμενόμενο, στο 3,6%, καθώς η ενίσχυση της εξωτερικής ζήτησης και η σταθεροποίηση των τιμών των βιομηχανικών εμπορευμάτων αντισταθμίζουν εν μέρει την πρόσφατη έξαρση του COVID-19.
Στη συνέχεια, η ανάπτυξη αναμένεται να αυξηθεί στο 3,8% το 2022, καθώς οι επιπτώσεις της πανδημίας σταδιακά μειώνονται και η ανάκαμψη του εμπορίου και των επενδύσεων αυξάνεται. Οι προοπτικές παραμένουν εξαιρετικά αβέβαιες και η ανάπτυξη θα μπορούσε να είναι πιο αδύναμη από ό, τι είχε προβλεφθεί εάν η πανδημία διαρκέσει περισσότερο από το αναμενόμενο, οι συνθήκες εξωτερικής χρηματοδότησης επιδεινωθούν, οι πολιτικές αβεβαιότητες αυξηθούν και οι γεωπολιτικές εντάσεις κλιμακωθούν.
Η πανδημία έχει επίσης υπογραμμίσει τον κρίσιμο ρόλο της σαφούς επικοινωνίας, των διαφανών επιχειρήσεων και των καλά αναπτυγμένων σχεδίων για μια αποτελεσματική αντιμετώπιση κρίσεων.
Η ψηφιοποίηση είναι αναγκαιότητα για τη βελτίωση της διακυβέρνησης. Σε όλο τον κόσμο, η ποιότητα της κυβέρνησης ενημερώνεται όλο και περισσότερο από το βαθμό στον οποίο οι κυβερνήσεις αξιοποιούν ψηφιακά εργαλεία και τεχνολογίες για τη βελτιστοποίηση της διαχείρισης, της παροχής υπηρεσιών και της συνολικής χωρητικότητας του κράτους.
Η ψηφιακή τεχνολογία προσφέρει τη δυνατότητα αύξησης της αποτελεσματικότητας, της διαφάνειας, της ανταπόκρισης και της εμπιστοσύνης των πολιτών, επηρεάζοντας άμεσα την ποιότητα της κυβέρνησης. Η πανδημία COVID-19 έκανε ιδιαίτερα εμφανείς τις ευκαιρίες για την προώθηση της ψηφιοποίησης και τόνισε το κόστος που σχετίζεται με την καθυστέρηση του εκσυγχρονισμού του δημόσιου τομέα.
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
FT για Ταμείο Ανάκαμψης: Ευκαιρία για την Ελλάδα να «μεταμορφώσει» την οικονομία της
Money Review