Ως περιορισμένο και διαχειρίσιμο χαρακτήρισε τον αντίκτυπο της αύξησης των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στα δάνεια, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος. Σε αυτό το πλαίσιο, ο Γιάννης Στουρνάρας δεν ανησυχεί για ένα νέο κύμα κόκκινων δανείων που θα μπορούσε να επιδεινώσει την εικόνα των στοιχείων ενεργητικού των ελληνικών τραπεζών.
Τις απόψεις αυτές εξέφρασε ο Έλληνας κεντρικός τραπεζίτης σε συνέντευξή του στη γερμανική εφημερίδα Handelsblatt, όπου μεταξύ άλλων ανέφερε ότι διαπιστώνει πρόοδο στη μάχη κατά του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη.
Σε αντίθεση με πολλούς από τους συναδέλφους του στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος αναμένει ότι ο πληθωρισμός θα υποχωρήσει γρήγορα. Ως εκ τούτου, υποστηρίζει ότι η ΕΚΤ, κατά την άσκηση της νομισματικής της πολιτικής, να λαμβάνει περισσότερο υπόψη τον κίνδυνο οικονομικής ύφεσης, ενώ συνιστά την άσκηση συνετής δημοσιονομικής πολιτικής και περαιτέρω διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.
Ακολουθεί αναλυτικά η συνέντευξη του Γιάννη Στουρνάρα στη γερμανική εφημερίδα Handelsblatt.
Κύριε Στουρνάρα, ο πληθωρισμός αποδεικνύεται πιο επίμονος από ό,τι ανέμεναν οι περισσότεροι οικονομολόγοι. Σας προκαλεί έκπληξη αυτό;
Τα καταγραφόμενα επίπεδα του πληθωρισμού έχουν επανειλημμένα προκαλέσει έκπληξη στους κεντρικούς τραπεζίτες, αρνητική έκπληξη βεβαίως. Κανείς δεν θα μπορούσε να προβλέψει τον ατυχή συνδυασμό διαταραχών από την πλευρά της προσφοράς που έπληξαν την οικονομία σε διαδοχικά κύματα: η πανδημία, ο πόλεμος στην Ουκρανία και η άνοδος των τιμών των καυσίμων και των βασικών εμπορευμάτων. Από την άλλη πλευρά όμως, διάφοροι παράγοντες θα συμβάλουν στην υποχώρηση των πληθωριστικών πιέσεων τους επόμενους μήνες, παρά τη συνεχιζόμενη γεωπολιτική αβεβαιότητα.
Για ποιους λόγους θα συμβεί αυτό;
Οι στρεβλώσεις στην πλευρά της προσφοράς αμβλύνονται σταδιακά. Ταυτόχρονα, η άνοδος των τιμών της ενέργειας και των βασικών εμπορευμάτων εξασθενεί. Η επιβράδυνση της ανάπτυξης συμβάλλει σε μείωση των πληθωριστικών πιέσεων. Η συνεχιζόμενη ομαλοποίηση της νομισματικής πολιτικής θα επαναφέρει τον πληθωρισμό στον στόχο μας.
Θα πρέπει η ΕΚΤ να αντιμετωπίσει τον πληθωρισμό με περαιτέρω αυξήσεις των επιτοκίων, ώστε να πετύχει το στόχο του 2%;
Η νομισματική πολιτική δεν είναι ιδιαίτερα πρόσφορο εργαλείο για την αντιμετώπιση διαταραχών από την πλευρά της προσφοράς, αλλά μπορεί να βοηθήσει -και έχει βοηθήσει- στην ευκολότερη προσαρμογή σε τέτοιου είδους διαταραχές, μέσα από μια πορεία ομαλοποίησης που θα πρέπει να έχει τον κατάλληλο βηματισμό. Οι όποιες περαιτέρω αυξήσεις των επιτοκίων θα πρέπει να είναι βαθμιαίες και να συνεκτιμούν τις εκάστοτε προοπτικές του πληθωρισμού, καθώς και τους κινδύνους ύφεσης και τις συνέπειες για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.
Ποια άλλα εργαλεία έχουμε για να συγκρατήσουμε τον πληθωρισμό;
Η ενεργειακή πολιτική, με στοχευμένα δημοσιονομικά μέτρα, θα πρέπει να συμπληρώνει τη νομισματική πολιτική στην προσπάθεια ανάσχεσης του πληθωρισμού, τουλάχιστον για όσο χρόνο οι τιμές της ενέργειας εργαλειοποιούνται από τη Ρωσία και οι αγορές ενέργειας εξακολουθούν να χαρακτηρίζονται από μεταβλητότητα, αβεβαιότητα και δυσλειτουργίες. Ενδεικτικά αναφέρω μέτρα για τη διαφοροποίηση των πηγών ενεργειακού εφοδιασμού, την προώθηση της αποδοτικής κατανάλωσης ενέργειας και την αντιμετώπιση των υπερβολικών τιμών της ενέργειας.
Πώς αξιολογείτε την πολιτική της Ε.Ε. για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης;
Η Ε.Ε. έχει αναλάβει συγκεκριμένες δράσεις με το σχέδιο REPowerEU και έχει θεσπίσει έκτακτα μέτρα για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας και της αυτονομίας της Ένωσης σε σχέση με την τρέχουσα ενεργειακή κρίση και με τυχόν παρόμοιες κρίσεις στο μέλλον. Ωστόσο, πρέπει να ενισχύσουμε ακόμη περισσότερο τον συντονισμό των εθνικών πολιτικών προκειμένου να επιτύχουμε, από κοινού, οικονομικά προσιτές και ανταγωνιστικές τιμές ενέργειας για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις μας.
Η Ελλάδα μόλις εξήλθε από το πρόγραμμα αυστηρής επιτήρησης εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Η ενεργειακή κρίση απειλεί τη χώρα σας με νέες αναταράξεις;
Όχι, η Ελλάδα είναι πολύ πιο ανθεκτική σήμερα από ό,τι ήταν πριν από δέκα χρόνια. Οι δημοσιονομικές ανισορροπίες έχουν διορθωθεί, οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας θα παραμείνουν οι χαμηλότερες στη ζώνη του ευρώ για αρκετά χρόνια και η συνετή χρήση των πόρων του ευρωπαϊκού Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας θα ενισχύσει το δυνητικό προϊόν. Ωστόσο, πρέπει να παραμείνουμε σε εγρήγορση, ιδίως όσον αφορά τις επιπτώσεις του πληθωρισμού στη διεθνή ανταγωνιστικότητα της χώρας και στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.
Τι συνεπάγεται η αύξηση των βασικών επιτοκίων για την αναχρηματοδότηση του ελληνικού χρέους;
Η ομαλοποίηση της νομισματικής πολιτικής αναμένεται να επηρεάσει δυσμενώς το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους. Αλλά οι συνέπειες είναι περιορισμένες, λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του ελληνικού δημόσιου χρέους, όπως η εξαιρετικά μακρά μεσοσταθμική υπολειπόμενη διάρκεια και το υψηλό μερίδιο των υποχρεώσεων σταθερού επιτοκίου στο οποίο εξακολουθούν να εφαρμόζονται χαμηλά επιτόκια.
Δεν βλέπετε λοιπόν απειλή για τη βιωσιμότητα του χρέους;
Όχι, τουλάχιστον στο άμεσο μέλλον. Μακροπρόθεσμα όμως, η δυνατότητα μετριασμού των κινδύνων βιωσιμότητας του χρέους θα εξαρτηθεί από τη συνέχιση της άσκησης συνετής δημοσιονομικής πολιτικής και από την υλοποίηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Ποιες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις εννοείτε;
Τρία παραδείγματα: Πρώτον, πρέπει να εξαλειφθούν οι καθυστερήσεις στην απονομή της δικαιοσύνης με την ψηφιοποίηση των σχετικών διαδικασιών. Δεύτερον, πρέπει να βελτιώσουμε την αποτελεσματικότητα του δημόσιου τομέα μέσω της αξιολόγησης των επιδόσεων. Και τρίτον, πρέπει να προωθήσουμε τη συμμετοχή των γυναικών στο εργατικό δυναμικό. Το ποσοστό συμμετοχής των γυναικών είναι πολύ χαμηλό στη χώρα μας σε σύγκριση με την υπόλοιπη Ευρώπη. Ένας τρόπος για να αλλάξει αυτό είναι η δημιουργία περισσότερων βρεφονηπιακών σταθμών. Δράσεις όμως θα πρέπει να αναληφθούν και στους τομείς της εκπαίδευσης και της υγείας. Οι μεταρρυθμίσεις στη δημόσια παιδεία και στο σύστημα υγείας συμβάλλουν όχι μόνο στην αποδοτικότητα, αλλά και στην κοινωνική δικαιοσύνη.
Φοβάστε ότι τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις θα αντιμετωπίσουν δυσκολίες στην αποπληρωμή των δανείων τους λόγω της αύξησης των επιτοκίων;
Μέχρι στιγμής, οι τράπεζες στην Ελλάδα έχουν αυξήσει τα επιτόκια χορηγήσεων στην Ελλάδα σε περιορισμένο μόνο βαθμό, κατά 50 έως 100 μονάδες βάσης σε σύγκριση με τον μέσο όρο του προηγούμενου έτους. Με δεδομένη την αυστηροποίηση της νομισματικής πολιτικής, είναι πιθανόν να υπάρξουν και άλλες αυξήσεις. Αλλά πιστεύω ότι ορισμένοι μόνο δανειολήπτες θα αντιμετωπίσουν προβλήματα, δηλαδή εκείνοι που ακόμη βρίσκονται σε φάση ανάκαμψης από την πανδημία και έχουν δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου.
Τι συνέπειες θα έχει για τις ελληνικές τράπεζες η δημιουργία μιας νέας γενιάς μη εξυπηρετούμενων δανείων;
Η συνδυασμένη διαταραχή από την αύξηση των επιτοκίων και τον υψηλό πληθωρισμού και την άνοδο των τιμών της ενέργειας θα μπορούσε να επηρεάσει την ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού των ελληνικών τραπεζών, ιδίως το 2023. Είναι σημαντικό ότι τα μέτρα που έλαβε η ελληνική κυβέρνηση θα θωρακίσουν τους ισολογισμούς των ευάλωτων νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Αυτό εκτιμάται ότι θα αναχαιτίσει την εισροή νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων. Αναμένουμε ότι ο αντίκτυπος θα είναι περιορισμένος και διαχειρίσιμος.
Θεωρείτε ότι υπάρχει κίνδυνος ύφεσης στην Ελλάδα;
Το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν αυξάνεται δυναμικά. Φέτος αναμένουμε αύξηση 6,2%. Η κερδοφορία των επιχειρήσεων και οι αποδοχές των εργαζομένων αυξήθηκαν. Το ΑΕΠ θα συνεχίσει να αυξάνεται το 2023, αν και με βραδύτερο ρυθμό. Αναμένουμε αύξηση 1,5%, αλλά όχι ύφεση. Οι κύριοι λόγοι για την επιβράδυνση της ανάπτυξης στην Ελλάδα είναι η αναμενόμενη μείωση της οικονομικής δραστηριότητας στις υπόλοιπες χώρες της ζώνης του ευρώ και η εξομάλυνση της ιδιωτικής κατανάλωσης στην εγχώρια οικονομία, καθώς η δημοσιονομική στήριξη προς τα νοικοκυριά αναμένεται να τερματιστεί μετά την πανδημία και την ενεργειακή κρίση.
Η πιστοληπτική διαβάθμιση των ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου από τους οίκους αξιολόγησης παραμένει κάτω της επενδυτικής βαθμίδας. Πότε θα ανακτήσει η Ελλάδα την επενδυτική βαθμίδα;
Τα τελευταία χρόνια η ελληνική οικονομία έχει αποδειχθεί ανθεκτική σε πολλούς κλυδωνισμούς. Η συνολική ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού του τραπεζικού τομέα έχει βελτιωθεί σημαντικά μετά τη δραστική μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Το δημόσιο χρέος μειώνεται με ταχύ ρυθμό και αναμένουμε πρωτογενή πλεονάσματα από το 2023 και μετά. Αν η Ελλάδα συνεχίσει τις θετικές δημοσιονομικές της επιδόσεις και προχωρήσει στην υλοποίηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, θα μπορούσαμε να δούμε αναβάθμισή της στην επενδυτική βαθμίδα το 2023, παρά τη γενικότερη αβεβαιότητα που επικρατεί παγκοσμίως.
Κύριε Στουρνάρα, σας ευχαριστώ πολύ για τη συνέντευξη.
moneyreview.gr
Διαβάστε επίσης:
Γ. Στουρνάρας στη Handelsblatt: Οι αυξήσεις επιτοκίων πρέπει να είναι σταδιακές
Τράπεζες: Τι μέτρα θα προτείνουν για τους δανειολήπτες – Νέα συνάντηση με την ηγεσία του ΥΠΟΙΚ
Γ. Στουρνάρας: Ήπιες οι επιπτώσεις του πληθωρισμού στους μισθούς
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News