Καθησυχαστικοί είναι πλέον ειδικοί για το ζήτημα της “τρύπας του όζοντος“, καθώς όπως τονίζουν δεν αποτελεί την ίδια πηγή ανησυχίας όπως κάποτε.
«Δεν αποτελεί την ίδια πηγή ανησυχίας όπως κάποτε», αναφέρει χαρακτηριστικά η Λόρα Ρεβέλ, αναπληρώτρια καθηγήτρια περιβαλλοντικής φυσικής στο Πανεπιστήμιο του Canterbury στη Νέα Ζηλανδία.
Το παραπάνω οφείλεται σε σημαντικό βαθμό στις δράσεις στις οποίες και προέβησαν οι κυβερνήσεις ανά τον κόσμο προκειμένου να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα.
Υπάρχουν, μάλιστα, ενδείξεις ότι η τρύπα του όζοντος έχει αρχίσει να κλείνει – και ότι η κατάσταση έχει λίγο πολύ βελτιωθεί όπως αναμενόταν, αναφέρει η Σούζαν Σόλομον, ερευνήτρια στο αμερικανικό Ινστιτούτο για τους Ωκεανούς και την Ατμόσφαιρα.
Σύμφωνα με επιστημονικές εκτιμήσεις, το στρώμα του όζοντος αναμένεται να επιστρέψει στα προ του 1980 επίπεδα περίπου στα μέσα του αιώνα. Η επούλωση είναι αργή λόγω της μεγάλης διάρκειας ζωής των μορίων που καταστρέφουν το όζον. Μερικά από αυτά παραμένουν στην ατμόσφαιρα για 50 έως 150 χρόνια προτού αποσυντεθούν.
Ωστόσο, το πρόβλημα εξακολουθεί να υφίσταται και η τρύπα του όζοντος σχηματίζεται κάθε άνοιξη πάνω από την Ανταρκτική.
Στη συνέχεια, κλείνει κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, καθώς αναμειγνύεται σε αυτήν στρατοσφαιρικός αέρας από χαμηλότερα γεωγραφικά πλάτη, «επιδιορθώνοντάς» την μέχρι την επόμενη άνοιξη, όταν ο κύκλος αρχίζει ξανά.
Επιπλέον, παρά τη συνολική επιτυχία του Πρωτοκόλλου του Μόντρεαλ, έχουν υπάρξει και καθυστερήσεις. Το 2018, για παράδειγμα, η συγκέντρωση χλωροφθορανθράκων (CFC-11), οι οποίοι έχουν απαγορευθεί από το 2010, δεν φάνηκε να μειώνεται τόσο γρήγορα όσο αναμενόταν, κάτι που σημαίνει ότι υπάρχουν μη καταγεγραμμένες εκπομπές τους κάπου στον πλανήτη.
Η Υπηρεσία Περιβαλλοντικών Ερευνών εντόπισε τις εκπομπές σε εργοστάσια στην Κίνα, που τους χρησιμοποιούσαν για να κατασκευάζουν μονωτικό αφρό. Μόλις δημοσιοποιήθηκε η εν λόγω πληροφορία, η κινεζική κυβέρνηση έλαβε αυστηρά μέτρα και οι επιστήμονες λένε ότι είμαστε ξανά στον σωστό δρόμο.
Για τον Τζόναθαν Σάνκλιν, μετεωρολόγο της Βρετανικής Έρευνας της Ανταρκτικής, το γεγονός αυτό υπογραμμίζει την τεράστια σημασία της παρακολούθησης των περιβαλλοντικών μεταβλητών, όπως οι CFC, η θερμοκρασία και οι δείκτες βιοποικιλότητας.
«Εάν δεν τις παρακολουθούμε, τότε δεν ξέρουμε εάν έχουμε πρόβλημα ή όχι, και εάν δεν ξέρουμε εάν έχουμε πρόβλημα, δεν μπορούμε να λάβουμε προληπτικά μέτρα και πιστεύω πως αυτό είναι βασικό μέρος στην όλη ιστορία», αναφέρει.
Αναμένεται να υπάρξουν κίνδυνοι και στο μέλλον. Οι μεγάλες εκρήξεις ηφαιστείων συνήθως οδηγούν σε βραχυπρόθεσμες απώλειες στο στρώμα του όζοντος, ενώ το υποξείδιο του αζώτου, ένα ισχυρό αέριο θερμοκηπίου που εκπέμπεται κατά τη χρήση λιπασμάτων στον γεωργικό τομέα, αποτελεί επίσης μια ισχυρή ουσία που καταστρέφει το όζον. Ωστόσο, δεν ελέγχεται από το Πρωτόκολλο του Μόντρεαλ και οι εκπομπές αυξάνονται», αναφέρει η Λόρα Ρεβέλ.
ΠΗΓΗ: MONEYREVIEW– BBC FUTURE
Ελληνική Εταιρία Προστασίας της Φύσης: Τα τελευταία 40 χρόνια έχουν καεί 18 εκατομμύρια στρέμματα δάσους
Από τον Απρίλιο ξεκινά ο καθαρισμός του Σέιχ Σου για τη φετινή αντιπυρική περίοδο
Ακολουθήστε το Skai.gr στο Google News
και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις