«Δεν πρέπει να εγκαταλείψουμε τους Ελληνες» τονίζει σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ ΜΠΕ ο Γιάκομπ Αουγκσταϊν, γνωστός αρθρογράφος του Spiegel και γιός του ιδρυτή του γερμανικού περιοδικού. «Να τους αγκαλιάσουμε, έχοντας συνείδηση ότι δεν μπορούν να επιλυθούν τα προβλήματα με μια μηχανιστική οικονομίστικη θεωρία σε 2-3 χρόνια όπως νόμισε η κ. Μέρκελ» προσθέτει.
Ο κ. Αουγκστάιν χαρακτηρίζει «το δημοψήφισμα μια πράξη απελπισίας» Όπως λέει «εναι η τελευταία πράξη της εξέγερσης κατά μιας πολιτικής την οποία ο Τσίπρας δεν μπόρεσε να εξουδετερώσει, διότι οι άλλοι εμφανίστηκαν ανυποχώρητοι»
Ο κ. Αουγκστάιν λέει ότι αν ήταν Έλληνας θα ψήφιζε ΟΧΙ στη δημοψήφισμα «διότι η κατάσταση είναι εντελώς αδιέξοδη και γιατί αν υπάρχει κάποια, η τελευταία, ευκαιρία, είναι να εναντιωθεί η Ελλάδα ενωμένη κατά των όρων του ΔΝΤ, της Κομισιόν και της ΕΚΤ. Να πουν οι Έλληνες ΟΧΙ ,δεν συμφωνούμε.
Αν ψηφίσουν ΝΑΙ θα πρέπει να γίνουν νέες εκλογές και η κατάσταση περιπλέκεται ακόμα περισσότερο. Επομένως το δημοψήφισμα είναι η τελευταία δυνατότητα αντίδρασης.
Το αν θα έχει αποτέλεσμα δεν ξέρω, αφού η στάση των δανειστών δεν πρόκειται να αλλάξει»
Ο αρθρογράφος του Spiegel σημειώνει ότι «η ιδέα να αποχωριστούμε από την Ελλάδα είναι τελείως ανόητη. Είναι μια μικρή οικονομία, αλλά πιστεύουν ότι πρέπει να πιεστεί, ώστε να μην διανοηθούν άλλες χώρες όπως η Ιταλία και η Ισπανία να ακολουθήσουν διαφορετική οικονομική πολιτική?
Οι δανειστές θέλουν να στείλουν το μήνυμα ότι καμιά χώρα, καμιά κυβέρνηση δεν πρέπει να διανοηθεί να ακολουθήσει την τακτική Τσίπρα.
Καμία αριστερή κυβέρνηση, κανένας αριστερός ψηφοφόρος να μη διανοηθεί ότι υπάρχει άλλος δρόμος εκτός από την επικρατούσα φιλελεύθερη οικονομική λογική της αυστηρής λιτότητας.
Δεν πρόκειται για τις προθεσμίες, ή για τα χρήματα.
Πρόκειται για την υποταγή σε αυτήν την οικονομική λογική, αυτή τη σχολή και όποιος αποκλίνει τιμωρείται.
Δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική. Αυτό είναι το μήνυμα που θέλουν να στείλουν στους Ελληνες και τους άλλους Ευρωπαίους.
Θέλουν να επιβάλουν μια συγκεκριμένη οικονομική νεοφιλευλεύθερη ορθοδοξία»
Ερωτηθείς για το θέμα του χρέους, ο γερμανός δημοσιογράφος εκτιμά ότι «η διαγραφή του ελληνικού χρέους έτσι κι αλλιώς πρέπει και θα γίνει κάποια στιγμή.
Αυτό είναι και το παράδοξο της επιχειρηματολογίας Μέρκελ.
Αν η Ελλάδα βγει από το ευρώ και κηρύξει πτώχευση, τότε έτσι κι αλλιώς θα υπάρξει ένα είδος διαγραφής του χρέους, αφού θα αρνηθεί να συνεχίσει να πληρώνει.
Επομένως, είναι καλύτερα να διαγραφεί το χρέος εντός της ευρωζώνης.
Αλλά η ιδεολογική πολιτική της κ. Μέρκελ είναι δυσλειτουργική.
Αυτό που πρέπει να πει κανείς στους Έλληνες είναι, εντάξει διαγράφουμε τα χρέη, αποφασίζουμε από κοινού για ένα δεκαετές πρόγραμμα πραγματικών μεταρρυθμίσεων και ταυτόχρονα παίρνετε ένα αναπτυξιακό πρόγραμμα βοήθειας για την ανασυγκρότηση της χώρας ώστε να έρθει η ανάπτυξη.
Αυτά είναι τα τρία πράγματα που πρέπει να γίνουν, διαγραφή, αναπτυξιακό πρόγραμμα, και ένα μακροπρόθεσμο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεως των κρατικών δομών.
Η Μέρκελ δεν τα θέλει αυτά, νομίζει πως με τη λιτότητα όλα θα γίνουν με μαγικό τρόπο.
Η μαγική σκέψη είναι ότι όποιος αποταμιεύει βγαίνει από την κρίση»
Ο κ.Αουγκστάιν υποστηρίζει ότι «ο τελικός στόχος της γερμανικής κυβέρνησης, είναι ο ισχυρότερος έλεγχος της ευρωζώνης και της Ε.Ε» .
Όπως λέει «μοιάζει παρανοϊκό, δεν το συμμερίζομαι απολύτως αλλά το θεωρώ πιθανόν.
Ο λόγος είναι η εξουσία. Θέλουμε την Ευρώπη, αλλά τη θέλουμε, όμως, με τους δικούς μας κανόνες.
Δεν θα προσαρμοστούμε εμείς σε σας, εσείς θα προσαρμοστείτε σε μας? Νομίζω πως η καγκελάριοες δεν διαθέτει την ικανότητα να αναπτύξει πολιτικά οράματα, αλλά αυτή της η αδυναμία σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι το μεγαλύτερό της πλεονέκτημα στο εσωτερικό.
Στην αποφασιστική φάση, όταν η Ευρώπη βρέθηκε στο σταυροδρόμι της κρίσης η Μέρκελ ακολούθησε τον εθνικό και όχι τον ευρωπαϊκό δρόμο.
Η επανεθνικοποίηση δεν λειτουργεί, δεν έχει καλά αποτελέσματα, οδήγησε στην ποδοσφαιροποίηση της ευρωπαϊκής πολιτικής, έχουμε χωριστεί σε ομάδες αλληλοϋβριζόμενες, οι νότιοι κατά των βορείων, οι Έλληνες εναντίον όλων και αντίστροφα.
Και αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην κ. Μέρκελ, δεν είναι όλα δικό της φταίξιμο βέβαια, αλλά είναι δική της ευθύνη που προέκρινε τον εθνικό δρόμο και όχι τον ευρωπαϊκό ομοσπονδιακό δρόμο»