«Λαμβανομένου υπόψη του πολύ μεγάλου αριθμού θανάτων και της αμετάβλητα υψηλής πίεσης στις κλινικές, πρέπει να μειώσουμε τον αριθμό των επαφών γρήγορα και σε σημαντικό βαθμό. Ο καλύτερος τρόπος για να το κάνουμε αυτό είναι να μειώσουμε τη δημόσια ζωή μεταξύ Χριστουγέννων και 10ης Ιανουαρίου, σε μια χρονική φάση που ούτως ή άλλως είναι μια περίοδος ηρεμίας. Είναι όμως ψευδαίσθηση να πιστεύουμε ότι με ένα σκληρό lockdown 14 ημερών από τα Χριστούγεννα μπορούμε να ελέγξουμε την πανδημία. Μετά το τέλος κάθε είδους lockdown, ο αριθμός των κρουσμάτων θα αυξάνεται ξανά εάν τα μέτρα χαλαρώσουν.
Για το λόγο αυτό, θα πρέπει επιτέλους να εφαρμοστούν σε ομοσπονδιακό/εθνικό επίπεδο μέτρα τα οποία να προστατεύουν αποτελεσματικά τις ιδιαίτερα ευάλωτες πληθυσμιακές ομάδες, ιδίως τους ηλικιωμένους», δήλωσε σήμερα ο πρόεδρος της Γερμανικής Ιατρικής Ένωσης, Κλάους Ράινχαρντ στο «Δίκτυο Συντακτών της Γερμανίας» (Redaktions Netzwerk Deutschland / RND).
Ως πρότυπο ο Ράινχαρντ ανέφερε «την προσέγγιση του Πράσινου δημάρχου του Τούμπινγκεν Μπόρις Πάλμερ να διανείμει αρκετές μάσκες FFP2 σε ηλικιωμένους, να προβλέψει ειδικά διαμορφωμένα παράθυρα για τα ψώνια τους στο λιανικό εμπόριο και να τους προσφέρονται κοινόχρηστα ταξί σε τιμές λεωφορείων. Αυτές είναι εξαιρετικές ιδέες που πρέπει να γίνουν μάθημα σε ομοσπονδιακό επίπεδο».
Ο πρόεδρος της Γερμανικής Ιατρικής Ένωσης κάλεσε την ομοσπονδιακή και τις κυβερνήσεις των κρατιδίων να υιοθετήσουν μια ομοιόμορφη προσέγγιση των μέτρων: «Ακόμα κι αν -ας ελπίσουμε- οι εμβολιασμοί ξεκινήσουν τον Ιανουάριο, χρειαζόμαστε μια σαφή, κατανοητή και μακροπρόθεσμη στρατηγική για την αντιμετώπιση αυτής της πανδημίας. Λαμβάνοντας υπόψη τη συνεχή διαφοροποίηση των πολιτικών οι οποίες εφαρμόζονται και το συνονθύλευμα κανονισμών, υπάρχει μεγάλος κίνδυνος να χάσουμε την έγκριση του πληθυσμού για τους απαραίτητους περιορισμούς προς αντιμετώπιση του κορωνοϊού», προειδοποίησε.