Στις δηλώσεις του με τον Πορτογάλο ομόλογό του ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης αναφέρθηκε στον πρώτο “Έλληνα Πορτογάλο”, τον συνταγματάρχη Αντόνιο Αλμέιδα, ο οποίος, όπως είπε, πολέμησε στο πλευρό των Ελλήνων το 1821, και έναν αιώνα μετά ο εγγονός του με το ίδιο όνομα “έπεσε” για την απελευθέρωση της Μακεδονίας.
Ο Αντόνιο Φιγκουέιρα ντ’Αλμέιδα ήταν Πορτογάλος αξιωματικός και φιλέλληνας, ο οποίος έλαβε μέρος στην Ελληνική Επανάσταση του 1821 και ηγήθηκε του ελληνικού ιππικού, το οποίο και οργάνωσε.
Γεννήθηκε στην πορτογαλική πόλη Έλβας το 1784. Από το 1807 στο 1813, υπηρέτησε ως αξιωματικός στο πορτογαλικό ιππικό και αργότερα ως αξιωματικός βρέθηκε στη Λουσιτανική Λεγεώνα (ξένο εθελοντικό σώμα του Βρετανικού Στρατού, οργανωμένο με Πορτογάλους μετανάστες στην Αγγλία) και στο βασιλικό εθελοντικό τάγμα του αγγλοπορτογαλικού στρατού υπό τις εντολές του Βρετανού στρατηγού Άρθουρ Γουέσλι, πρώτου Δούκα του Γουέλινγκτον.
Αυτήν την περίοδο πολέμησε εναντίον των Γάλλων που εισέβαλαν στην Ισπανία και την Πορτογαλία στη διάρκεια των Ναπολεόντειων πολέμων. Στο τέλος του 1810 και τις αρχές του 1820 ο Αλμέιδα ανέπτυξε τα φιλελληνικά του αισθήματα και ενδιαφέροντα. Αξίζει να αναφερθεί ότι δεν υπήρχε σημαντικό κίνημα φιλελληνισμού οργανωμένο στην Πορτογαλία. Το έντονο ενδιαφέρον του Αλμέιδα για την Ελληνική Επανάσταση τον οδήγησε να πάει στην Ελλάδα τον Σεπτέμβριο του 1825 και να εγγραφεί στον τακτικό στρατό. Εκείνη την εποχή, τη διοίκηση του τακτικού στρατού ανέλαβε άλλος σπουδαίος Φιλέλληνας, ο Γάλλος αξιωματικός Κάρολος Φαβιέρος.
Ο Αλμέιδα έγινε συνταγματάρχης στην Ελλάδα. Στις 18 Ιουλίου 1826 πήρε μέρος στη νικηφόρα για τους Έλληνες μάχη του Γαρέα Μαντίνειας. Εκεί διακρίθηκε ως αρχηγός του ιππικού του τακτικού στρατού. Χάρη στη δράση του επαινέθηκε από τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, που πρότεινε τη χρήση του ιππικού και σε άλλες υπηρεσίες. Διακρίθηκε ως αρχηγός σώματος στην Τρίπολη και τον Μάρτιο του επόμενου χρόνου πολέμησε υπό τον Γεώργιο Καραϊσκάκη στην Αττική.
Τον Ιανουάριο του 1827 πολέμησε στο Δίστομο όπου οι ελληνικές δυνάμεις νίκησαν και πάλι. Αμέσως μετά μετατέθηκε στο Ναύπλιο και μετά έλαβε μέρος στην εκστρατεία στη Χίο, πάντα υπό τις εντολές του Φαβιέρου, τον Ιανουάριο του 1828. Με την έλευση του Καποδίστρια στην Ελλάδα, ο Αλμέιδα έγινε επιθεωρητής του τακτικού ιππικού και του ανατέθηκε η αναδιοργάνωση του σώματος. Στις 22 Ιανουαρίου του 1830 διορίστηκε φρούραρχος Ναυπλίου. Στο Ναύπλιο παντρεύτηκε τη Ζωή Μαυροκορδάτου με την οποία απέκτησε δύο παιδιά, τον Εμανουήλ και τον Δημήτριο Αλμέιδα.
Μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια συνέλαβε των έναν από τους δράστες, τον Γεώργιο Μαυρομιχάλη. Για τη νομιμόφρονη στάση του ονομάστηκε επίτιμος πολίτης του Ναυπλίου από την Ε’ Εθνοσυνέλευση και τον Μάρτιο του 1832 προβιβάστηκε σε στρατηγό.
Μετά την άφιξη όμως του Όθωνα στην Ελλάδα, η Αντιβασιλεία δεν του αναγνώρισε τον βαθμό του στρατηγού και τελικά στις 10 Μαΐου 1833 τον διόρισε φρούραρχο της Αίγινας.
Προβιβάστηκε σε υποστράτηγο μετά την καταστολή της ανταρσίας του συνταγματάρχη Ν. Ζέρβα στο Μεσολόγγι όπου ο Αλμέιδα είχε διοριστεί στρατιωτικός διοικητής το 1836. Το 1839 τοποθετήθηκε στρατιωτικός διοικητής στο Ναύπλιο. Πέθανε το 1847 στην Μπατάλια, στη Βενετία.
Εγγονός του ήταν ο, με το ίδιο όνομα εξελληνισμένο, Αντώνιος Αλμέιδας που σκοτώθηκε πολεμώντας στους Βαλκανικούς πολέμους, στις 20 Ιουνίου 1913 συνεχίζοντας το ένδοξο όνομα της οικογένειάς του και τη συνεισφορά της στην Ελλάδα.