Η Αγγελική Χαρισιάδου θυμάται την τελευταία ημέρα που βίωσε «κανονικά» ως μαθήτρια. Ηταν 10 Μαρτίου, μετά το σχολείο είχε φροντιστήριο, την επόμενη μέρα θα έκλειναν τα σχολεία για δύο εβδομάδες. «Στην αρχή ήμουν χαρούμενη», λέει στην «Κ». Σύντομα όμως βαρέθηκε, κουράστηκε.
Τώρα, σχεδόν ένα χρόνο αργότερα, η 17χρονη Αγγελική έχει περάσει το μεγαλύτερο μέρος των δύο τελευταίων σχολικών ετών στο σπίτι. Τα θετικά –ότι δεν ξυπνάει στις 8 το πρωί για να πάει στο σχολείο, πως δεν έχει μετακινήσεις άρα κερδίζει χρόνο για διάβασμα– δεν μπορούν να εξισορροπήσουν τα αρνητικά της κατάστασης. Εχει ενέργεια που δεν μπορεί να εκτονώσει, έχει χαθεί με φίλους της γιατί φοβάται να τους δει, η συγκέντρωσή της έχει επηρεαστεί, επειδή είναι συνεχώς μπροστά σε μια οθόνη και επειδή πρέπει να διαβάζει για τις εξετάσεις που θα κρίνουν σε μεγάλο βαθμό το μέλλον της εν μέσω πανδημίας. «Δεν μπορώ να συγκεντρωθώ, με αγχώνει η κατάσταση».
Ο ψυχολόγος Νικόλας Αλέξης Σάπκαρης δηλώνει πως η πανδημία έχει αναδείξει πόσο μεγάλο κενό έχουμε στο πώς θέματα ψυχολογίας επηρεάζουν τη μετέπειτα ζωή, «δεν έχει γίνει καμία σοβαρή αναφορά όλο αυτό το διάστημα στην ψυχική υγεία». Οι τρόποι με τους οποίους τα παιδιά επηρεάζονται από την πανδημία είναι πολλοί και διαφέρουν ανάλογα με την περίσταση, αλλά σε γενικές γραμμές ο κ. Σάπκαρης λέει πως έχει παρατηρηθεί μεγάλη αύξηση στις διαταραχές διάθεσης, ενώ σημειώνει πως τα παιδιά μπερδεύονται λόγω των πληροφοριών που λαμβάνουν.
Η Χαρά Ιωαννίδου, δασκάλα Μαθηματικών και Φυσικής σε μια κλινική μονάδα που φιλοξενεί παιδιά με διατροφικές διαταραχές στην Αγγλία, σημειώνει στην «Κ» πως έχει παρατηρηθεί αύξηση αυτών των διαταραχών λόγω πανδημίας, καθώς τα παιδιά είναι πιο απομονωμένα, ενώ κάποια δεν πηγαίνουν πλέον στο μάθημα. «Είναι λίγο μπερδεμένα τα παιδιά, γιατί είμαστε μπερδεμένοι κι εμείς», τονίζει. Προ πανδημίας, η σύσταση και η οδηγία ήταν να περνούν όσο το δυνατόν λιγότερο χρόνο μπροστά από μια οθόνη, λέει ο κ. Σάπκαρης – τώρα συμβαίνει το αντίθετο.
«Είναι απαίσιο, είναι μερικές μέρες που τελειώνουν και είμαι φουλ στον πονοκέφαλο», λέει ο 17χρονος Μάνος Νταουντάκης για τις ατελείωτες ώρες μπροστά από μια οθόνη, συμπληρώνοντας πως είναι πιο εύκολο να αφαιρεθεί στο μάθημα του σχολείου, το οποίο διεξάγεται με κλειστές κάμερες, τώρα που είναι διαδικτυακό. Του λείπουν οι στιγμές με τους φίλους του και όχι μόνο. «Εχουμε χάσει τα πάντα, εκδρομή δεν πήγαμε ούτε πέρυσι ούτε φέτος – στην τρίτη λυκείου δένεσαι πιο πολύ με τα άτομα από το τμήμα σου, ενώ στο διαδικτυακό όχι», αναφέρει.
• Η νέα γενιά ζει σε παρένθεση
«Αυτό που με στενοχωρεί και με πικραίνει είναι ότι την τελευταία μου χρονιά ως μαθήτρια δεν κατάφερα να τη ζήσω όπως θα έπρεπε, με εκδρομές, χορούς, γιορτές, γενικότερα το αίσθημα ότι είσαι μαθητής και μέλος του σχολείου», λέει η Ζωή, μία ακόμη τελειόφοιτη μαθήτρια λυκείου. Συμφωνεί πως το διαδικτυακό μάθημα είναι απρόσωπο, «η εφαρμογή δεν μπορεί να το “σηκώσει” και έτσι ακούμε μόνο φωνές», συμπληρώνει – και τονίζει πως την έχει επηρεάσει η έλλειψη χρόνου με φίλους.
Ο Βασίλης Παυλόπουλος, καθηγητής διαπολιτισμικής ψυχολογίας στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, παρατηρεί στην «Κ» πως το γεγονός ότι οι φιλικές σχέσεις των μαθητών έχουν διαρραγεί είναι προβληματικό, ενώ ο κ. Σάπκαρης πιστεύει πως η πανδημία δημιουργεί απωθημένα σε αυτή τη γενιά. «Ο άνθρωπος είναι κοινωνικό ον, καμία τεχνολογία δεν μπορεί να αντικαταστήσει την ανθρώπινη επαφή», σημειώνει. «Αυτή η γενιά η οποία έχει καταπιεστεί τόσο πολύ, χάνει ατομικές ελευθερίες», δηλώνει, «θα έρθει να μας κυβερνήσει μεθαύριο με διαφορετικό τρόπο».
Οι… ντροπαλοί
Για τους πιο… ντροπαλούς, η τηλεκπαίδευση έχει θετικά. Στη 17χρονη Ηλέκτρα, τελειόφοιτη μαθήτρια μουσικού σχολείου, λείπουν οι πρόβες, κάποιοι φίλοι και τα ντραμς, αλλά προτιμά να είναι σπίτι. Για άλλους, όμως, η κατάσταση είναι ανυπόφορη. «Αισθάνομαι πως ζω για να διαβάζω», λέει η 17χρονη Εύα, «ενώ είμαι πλέον σίγουρη πως χάνω όλες τις ανέμελες στιγμές που αρμόζουν στην ηλικία μου». «Με κυριεύει πανικός κάθε φορά που θα πλησιάσω κάποιον αν δεν φοράω μάσκα και αν δεν κρατάω τα επιτρεπόμενα μέτρα», λέει η Ζωή.
Μία από τις πιο δυσάρεστες ψυχολογικές επιπτώσεις της πανδημίας είναι πως τα παιδιά μεγαλώνουν με φόβο και ανασφάλεια για το τι μέλλεται. «Τα παιδιά χρειάζονται αίσθηση ασφάλειας», αναφέρει ο κ. Παυλόπουλος, τονίζοντας πως τα παιδιά επιβαρύνονται ψυχολογικά από την πανδημία ανάλογα με το πώς πλήττονται οι γονείς τους. Ετσι όπως είναι διαμορφωμένο το εκπαιδευτικό μας σύστημα, οι τελειόφοιτοι μαθητές καλούνται να πάρουν αποφάσεις για το μέλλον τους που επηρεάζονται «από το εδώ και το τώρα», λέει ο ίδιος. Αλλά το εδώ και το τώρα είναι βουτηγμένο στην πίεση και στην αβεβαιότητα.
Οι περισσότεροι μαθητές λένε στην «Κ» πως έχουν γίνει απαισιόδοξοι. Η Ζωή δηλώνει πως, εκτός από τον φόρτο των μαθημάτων, φοβάται μην πάθουν κάτι οι γονείς της, φοβάται για το μέλλον. «Θα δώσω πανελλήνιες τελικά; Και αν τα καταφέρω θα μπορέσω να πάω στη σχολή μου τον Σεπτέμβριο; Θα τελειώσει ποτέ η άσχημη κατάσταση που ζούμε;». Ο Μάνος έχει απογοητευθεί. «Δεν ξέρω τι άλλο να περιμένω. Λέγαμε άντε να έρθουν τα Χριστούγεννα, άντε να βγει το εμβόλιο, βγήκε, τίποτα, άντε να ανοίξουν τα σχολεία, άνοιξαν τα σχολεία, σε μια εβδομάδα έκλεισαν», εξηγεί. Η Εύα λέει πως το πιο στενάχωρο είναι πως δεν ξέρουν πότε θα έρθει το τέλος της πανδημίας. «Θα είναι Μάρτιος; Θα είναι Απρίλιος; Το καλοκαίρι; Θα περάσουμε καλά;» διερωτάται η ίδια.
Ο κ. Σάπκαρης υπογραμμίζει πως πρέπει να υπάρξει μια παρέμβαση για να βελτιωθεί η διάθεση των παιδιών – «πριν από χρόνια δεν μιλούσαμε καν για παιδική κατάθλιψη, σήμερα έχουμε έξαρση». Παρά την απογοήτευσή τους, ωστόσο, η ατέρμονη αισιοδοξία της νιότης τα ωθεί να πιστεύουν σε ένα καλύτερο αύριο. «Αυτή είναι ίσως η μόνη μου ελπίδα», λέει στην «Κ» ο Μάνος, «ότι τα καλύτερα έρχονται»…
Τηλεκπαίδευση
Εκπαίδευση
lockdown
Απαγόρευση κυκλοφορίας
Περιοριστικά μέτρα
Ψυχική υγεία