Ένα μοναδικό φαινόμενο θα είναι ορατό στο Βόρειο Ημισφαίριο και στην Ελλάδα -αν το επιτρέψουν οι καιρικές συνθήκες, αργά το βράδυ της Κυριακής (13/12) με ξημερώματα Δευτέρας (14/12.
Επειδή το βράδυ της Δευτέρας θα υπάρξει Νέα Σελήνη, ο ουρανός θα είναι σκοτεινός και κατάλληλος για παρατήρηση, αν ο καιρός το επιτρέπει και δεν είναι νεφελώδης.
Πρόκειται για την έξαρση της καλύτερης βροχής διαττόντων του έτους, που όπως ενημερώνει ο Διονύσης Σιμόπουλος, αστροφυσικός και επίτιμος διευθυντής του Ευγενιδείου Πλανηταρίου, είναι γνωστή με την ονομασία «Διδυμίδες».
Κατά τη διάρκεια των «Διδυμιδών» εμφανίζονται 120 περίπου διάττοντες κάθε ώρα, ενώ είναι επίσης και πλούσια στην εμφάνιση ιδιαίτερα θεαματικών «βολίδων».
Η Κοσμική Βροχή των Διδυμίδων Καιρού επιτρέποντος αύριο βράδυ (τις πρώτες ώρες της 13-14 Δεκεμβρίου) θα έχουμε την…
Δημοσιεύτηκε από Dionysios Simopoulos στις Σάββατο, 12 Δεκεμβρίου 2020
Ολόκληρη η ανάρτηση του κ. Σιμόπουλου:
Η Κοσμική Βροχή των Διδυμίδων
Καιρού επιτρέποντος αύριο βράδυ (τις πρώτες ώρες της 13-14 Δεκεμβρίου) θα έχουμε την έξαρση της καλύτερης βροχής διαττόντων του έτους. Γνωστή με την ονομασία «Διδυμίδες» (Geminids) η κοσμική αυτή βροχή παρατηρείται το πρώτο 15νθήμερο του Δεκεμβρίου και εμφανίζει 120 περίπου διάττοντες κάθε ώρα, ενώ είναι επίσης και πλούσια στην εμφάνιση ιδιαίτερα θεαματικών «βολίδων». Η «βροχή» αυτή ονομάζεται έτσι επειδή τα μετέωρα αυτά φαίνονται ότι προέρχονται από την κατεύθυνση του αστερισμού των Διδύμων.
Αν και συνήθως οι βροχές διαττόντων οφείλονται στα σωματίδια που αφήνουν πίσω τους διάφοροι κομήτες στην περίπτωση των Διδυμίδων οφείλονται στον αστεροειδή «3200 Φαέθων». Η ανακάλυψή του αστεροειδή αυτού, που έχει μέγεθος 5 περίπου χιλιομέτρων, έγινε από τον δορυφόρο IRAS της ΝASA to 1983 και θεωρείται σήμερα ότι αποκόπηκε από τον μεγάλο αστεροειδή Παλλάς (με διάμετρο πάνω από 500 χιλιόμετρα) ο οποίος ήταν ο δεύτερος αστεροειδής που ανακαλύφθηκε στις 28 Μαρτίου 1802.
Ο Φαέθων, όπως και ορισμένα άλλα αντικείμενα, εμφανίζει μικτά χαρακτηριστικά αστεροειδή και κομήτη, αλλά φαίνεται ότι δεν αφήνει πίσω του αρκετά “διαστημικά σκουπίδια” για να δικαιολογήσουν την πλούσια εμφάνιση των Διδυμίδων.
Στην περίπτωση παρόμοιων βροχών διαττόντων αυτό που συμβαίνει είναι ότι η Γη μας καθώς περιφέρεται στην τροχιά της γύρω από τον Ήλιο με μια ταχύτητα 110.000 χιλιομέτρων την ώρα, πέφτει ακάθεκτη πάνω στα σύννεφα των διαστημικών σκουπιδιών τα οποία χτυπάνε τα ανώτερα στρώματα της ατμόσφαιράς μας σε ύψος 100 περίπου χιλιομέτρων και αναφλέγονται. Η ανάφλεξη αυτή ιονίζει τα γύρω στρώματα της ατμόσφαιρας σχηματίζοντας έτσι μια φωτεινή σφαίρα 2 έως 3 μέτρων που κινείται με ταχύτητα 30 έως 60 χιλιομέτρων το δευτερόλεπτο. Αυτή τη φωτεινή σφαίρα βλέπουμε από τη Γη και την ονομάζουμε διάττοντα, μετέωρο ή «πεφταστέρι». Κάθε ημέρα που περνάει πάνω από 100 τόνοι λεπτής διαστημικής σκόνης πέφτει πάνω στην επιφάνεια της Γης χωρίς καν να το καταλάβουμε.
Η ονοματολογία πάντως που χρησιμοποιούμε για τα μικρά αυτά αντικείμενα εξαρτάται από την ακριβή θέση τους στο διάστημα. Τα διάφορα μικρά τεμάχια, με διάμετρο σωματιδίου σκόνης και μέχρι μερικά μέτρα, που περιφέρονται στο διαπλανητικό διάστημα, ονομάζονται μετεωροειδή. ‘Όταν αυτά τα αντικείμενα εισέρχονται στην ατμόσφαιρα της Γης, σχηματίζουν, λόγω της τριβής τους, μια λαμπερή ουρά. ‘Όσα από αυτά εξαερώνονται, ονομάζονται μετέωρα, ενώ τα μεγαλύτερα απ’ αυτά, που καταφέρνουν να φτάσουν μέχρι την επιφάνεια της Γης, σχηματίζοντας μικρούς ή μεγάλους κρατήρες, ονομάζονται μετεωρίτες.
Όταν οι μετεωρίτες εισέρχονται στη γήινη ατμόσφαιρα οι ταχύτητές τους κυμαίνονται από 36.000 έως και 250.000 χιλιόμετρα την ώρα. Στη συνέχεια επιβραδύνονται και η ταχύτητά τους μειώνεται σε μερικές εκατοντάδες χιλιόμετρα την ώρα, για να καταλήξουν στην επιφάνεια της Γης με ένα χαρακτηριστικό σάλπισμα. Εντούτοις, τα πολύ μεγάλα κομμάτια επιβραδύνονται ελάχιστα και γι’ αυτό δημιουργούν κρατήρες.
Τα πετρώδη μετεωροειδή, με διάμετρο μερικών δεκάδων μέτρων, εκρήγνηνται στη διάρκεια της πτώσης τους μέσα στη γήινη ατμόσφαιρα πριν φτάσουν στην επιφάνεια της Γης, αν και η ενέργεια που εκλύεται είναι ίση με την έκρηξη πέντε ατομικών βομβών τύπου Χιροσίμα. Μία παρόμοια έκρηξη παρατηρήθηκε πάνω από τον Καναδά στις αρχές του 2000 όπου ένας μετεωρίτης διαλύθηκε αφήνοντας πίσω του ένα σύννεφο σκόνης το οποίο ήταν ορατό επί αρκετές ώρες. Τα κομμάτια, όμως, των σιδηρούχων μετεωριτών, πολλές φορές φτάνουν μέχρι τη Γη.
Η πρώτη καταγραμμένη πτώση μετεωρίτη στην Ευρώπη περιλαμβάνεται σ’ ένα μεσαιωνικό χειρόγραφο το οποίο αναφέρεται στην «Πέτρα των Κεραυνών» που έπεσε στην πόλη Εναισχάϊμ της Αλσατίας στις 7 Νοεμβρίου 1492. Ο Λιθομετεωρίτης που διεσώθη από την πτώση είχε βάρος 140 κιλών από τα οποία σήμερα σώζονται μόνο 55. Στις 12 Φεβρουαρίου 1947 μία πτώση ενός σιδηρού μετεωρίτη, με διάμετρο δέκα μέτρων, στην ανατολική Σιβηρία, έσπειρε μια περιοχή δύο περίπου τετραγωνικών χιλιομέτρων με κομμάτια, που συνολικά ζύγιζαν 150 περίπου τόνους, ενώ το μεγαλύτερο που βρέθηκε είχε βάρος 1,741 κιλών.
Και μόλις πριν από 7 χρόνια, τον Φεβρουάριο του 2013, ένας αστεροειδής βαρύτερος κι απ’ τον πύργο του Άιφελ, εισήλθε στην γήινη ατμόσφαιρα. Πιο φωτεινή κι απ’ τον Ήλιο, η πύρινη αυτή βολίδα διέσχισε τον ουρανό πάνω από την ρωσική πόλη Τσελιαμπίνσκ στη Σιβηρία. Σχεδόν αμέσως μετά, εξερράγη στην ατμόσφαιρα, απελευθερώνοντας την ενέργεια μιας ατομικής βόμβας. Ευτυχώς, όμως, η γήινη ατμόσφαιρα μάς προστατεύει από τα περισσότερα διαστημικά συντρίμμια που μας βομβαρδίζουν.
Πηγή: skai.gr