Τα νέα μέτρα για το ΔΝΤ και το «όχι» σε ελάφρυνση του χρέους
Το μεσοπρόθεσμο και η παραδοχή ότι η κυβέρνηση δεν θα μειώσει τους φόρους, ούτε τώρα ούτε μετά το 2018 – Διχασμός στον ΣΥΡΙΖΑ: Ποιοι εισηγούνται πρόωρες εκλογές και ποιοι θέλουν εξάντληση της κυβερνητικής θητείας
Αντιμέτωπη με τους χειρότερους εφιάλτες της είναι η κυβέρνηση Τσίπρα που βρίσκεται μπροστά στο ενδεχόμενο να συμφωνήσει σε νέα μέτρα για την περίοδο 2019-2020, μετά το τέλος του τρίτου μνημονίου δηλαδή, δέσμευση που θα ισοδυναμεί με παραδοχή ότι το αφήγημα που χρησιμοποίησε ο ΣΥΡΙΖΑ την προηγούμενη περίοδο -ότι δήθεν το 2019 θα γίνουν μειώσεις φόρων και παροχές στους οικονομικά ασθενέστερους- ήταν κενό περιεχομένου.
Αν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ -που σύμφωνα με ανώτατες πηγές του οικονομικού επιτελείου έχει συμφωνήσει στο 90% της δεύτερης αξιολόγησης, άρα και στα εργασιακά όπου… υποτίθεται ότι υπάρχει απόκλιση με τους δανειστές- συναινέσει και στο μεσοπρόθεσμο όπως ζητά η Τρόικα, θα αποδεχθεί ότι δεν μπορεί να δώσει τίποτα στους πολίτες, ούτε τώρα, ούτε μετά το 2018… Γι’ αυτό και έρχεται το σενάριο των εκλογών με σοβαρές πιθανότητες.
Τα αντικειμενικά δεδομένα, όπως η πρόβλεψη του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης ότι η ανάπτυξη στην Ελλάδα το 2016 και τα επόμενα δύο χρόνια θα είναι μικρότερη των προβλέψεων (μηδενική το 2016, μόλις 1,3% το 2018 και 1,9% το 2019) δεν επιτρέπουν περιθώρια αισιοδοξίας και αποκαλύπτουν ότι η κατάσταση δεν βελτιώνεται ουσιαστικά παρά το σκληρό πρόγραμμα προσαρμογής και την χωρίς προηγούμενο ακολουθούμενη φορομπηχτική πολιτική.
Τι ζητά το ΔΝΤ
Πληροφορίες αναφέρουν ότι σε παρασκηνιακό επίπεδο οι άτυπες διαβουλεύσεις για τη συμμετοχή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα έχουν προχωρήσει. Στο πλαίσιο όμως της συνολικής συμφωνίας που συζητείται το ΔΝΤ επιμένει στη λήψη μέτρων που η ελληνική πλευρά έχει… ξορκίσει επειδή δεν αντέχει να τα υλοποιήσει. Μέτρα όπως η κατάργηση της λεγόμενης προσωπικής διαφοράς στις συντάξεις μετά το 2018 που ερμηνεύεται ως επιπλέον μείωση ύψους 30% στις συντάξιμες αποδοχές και μείωση του αφορολόγητου στις 5.000 ευρώ προκειμένου να αυξηθούν τα φορολογικά έσοδα. Τα μέτρα που εκτιμάται ότι ζητά το ΔΝΤ για να μπει στο πρόγραμμα υπολογίζονται σε περίπου 2% του ελληνικού ΑΕΠ, δηλαδή μεταφράζονται σε παρεμβάσεις για την εξοικονόμηση επιπλέον ποσών από 3,6 μέχρι 4 δισ. ευρώ. Η γερμανική πλευρά όμως αντιστέκεται στην ικανοποίηση του ελληνικού αιτήματος για ελάφρυνση του χρέους. «Μείωση του χρέους αποκλείεται και δεν ζητείται ούτε από τους Έλληνες. Όταν το 2018 το πρόγραμμα τελειώσει θα αναλυθεί η βιωσιμότητα του χρέους. Εάν τελικά χρειαστεί θα βελτιωθούν ακόμη μια φορά οι όροι, για παράδειγμα ο χρόνος αποπληρωμής του χρέους» ξεκαθάρισε ο Κλάους Ρέγκλινγκ, επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, «κουρεύοντας» επί της ουσίας τις προσδοκίες για απομείωση του χρέους.
Το μήνυμα Ρέγκλινγκ
Λειτουργώντας ως αγγελιοφόρος του Βερολίνου, ο κ. Ρέγκλινγκ επανέλαβε το καθαρό μήνυμα των ισχυρών της Ευρωζώνης ότι μείωση του ελληνικού χρέους αποκλείεται και ότι το μάξιμουμ που μπορεί να λάβει η ελληνική πλευρά είναι κάποια μέτρα για ελάφρυνση με την επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής. Κι αυτό όχι εκ των προτέρων αλλά ως επιβράβευση κι ανάλογα… με την πρόοδο των εργασιών εφόσον το Βερολίνο διαπιστώσει ότι οι μεταρρυθμίσεις που συμφωνούνται υλοποιούνται. Δεν θα πρέπει να λησμονείται πως για τη Γερμανία το 2017 είναι εκλογική χρονιά και η πλευρά Σόιμπλε-Μέρκελ αρνείται να συναινέσει σε οποιαδήποτε μείωση του χρέους, αλλά πιέζει την ελληνική πλευρά να δεσμευτεί από τώρα σε όλα τα μέτρα που θα ληφθούν ακόμη και μετά το τέλος του τρίτου μνημονίου το 2018.
Η… κότα και το αβγό
Η συνθήκη πάνω στην οποία θα στηριχθεί οποιαδήποτε ρύθμιση συμφωνηθεί για το ελληνικό χρέος, ακόμη κι αυτή της χρονικής μετάθεσης στην αποπληρωμή ομολόγων, είναι το λεγόμενο μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα με τα μέτρα και τις προβλέψεις για έσοδα, έξοδα και πρωτογενή πλεονάσματα μέχρι το 2020. Με απλά λόγια, το μεσοπρόθεσμο υπερβαίνει την ονομαστική διάρκεια της θητείας της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, άρα ο Αλέξης Τσίπρας καλείται από τους δανειστές να δεσμεύσει τη χώρα σε στόχους που θα πρέπει να εκπληρωθούν ακόμη κι αν αλλάξει πρωθυπουργός.
Δεύτερη αξιολόγηση: Συμφωνία με τους δανειστές στο… 90%
Το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα στο οποίο καλείται να δεσμευθεί η ελληνική κυβέρνηση είναι κομμάτι της συμφωνίας για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης. Ανώτατο στέλεχος του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης ενημέρωσε τη Δευτέρα τα μέλη του Πολιτικού Συμβουλίου του ΣΥΡΙΖΑ ότι το 90% της δεύτερης αξιολόγησης έχει ολοκληρωθεί. Με δεδομένο ότι το μεσοπρόθεσμο δεν έχει συμφωνηθεί λόγω πρωτογενών πλεονασμάτων συνάγεται βάσιμα ότι η κυβέρνηση έχει συμφωνήσει με τους δανειστές στα εργασιακά (δηλαδή την απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων) και τα υπόλοιπα θέματα όπου υποτίθεταιπως η διαπραγμάτευση συνεχίζεται ακόμη. Γιατί όμως δεν ανακοινώνεται η συμφωνία; Προφανώς επειδή αυτό προϋποθέτει να έχει συνταχθεί ένα κοινά αποδεκτό σχέδιο για το μεσοπρόθεσμο μέχρι το 2020 και αυτό η κυβέρνηση θέλει να αποφύγει προτού ολοκληρωθεί η συζήτηση για την ελάφρυνση του χρέους.
Κι εδώ φτάνουμε στο ερώτημα αν η κότα έκανε το αβγό ή…το αβγό την κότα.
Το κλείσιμο της διαπραγμάτευσης δεν θα επισημοποιηθεί αν το οικονομικό επιτελείο δεν έχει προηγούμενως καταρτίσει το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα με τις δράσεις μέχρι το 2020, αποσπώντας και τη συναίνεση των δανειστών ότι τα μέτρα είναι υλοποιήσιμα. Το οποίο μεσοπρόθεσμο -αν συμφωνηθεί προτού υπάρξει deal για ελάφρυνση του ελληνικού χρέους- δεν θα είναι δυνατόν να συμπεριλάβει μικρότερα πρωτογενή πλεονάσματα απότο δυσθεώρητο 3,5% που αξιώνει η Τρόικα για τα έτη 2019 και 2020. Και όπως αντιλαμβάνεται ο καθένας, όσο δεν αυξάνεται το ΑΕΠ και δεν επιτυγχάνονται υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης, για την επίτευξη υψηλών πλεονασμάτων απαιτείται όλο και μεγαλύτερη φορολογία.
Με απλά λόγια, εφόσον η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ υποχρεωθεί να συντάξει το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα προτού οι δανειστές αποφασίσουν κάποια ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, η ελληνική πλευρά θα πρέπει να συμφωνήσει στη διατήρηση υψηλών πλεονασμάτων και μετά το τέλος του τρίτου μνημονίου το 2018.
Προφανώς μια δήλωση της κυβέρνησης Τσίπρα ότι τα πρωτογενή πλεονάσματα θα παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα και μετά το 2018 θα ισοδυναμεί με… δήλωση μετανοίας του ΣΥΡΙΖΑ έναντι των δανειστών και «ευνουχισμό» της πολιτικής που η ηγεσία του κυβερνώντος κόμματος έχει υποσχεθεί να ακολουθήσει.
Και μπορεί να μοιάζει… απλό, όμως η καταγραφή της δέσμευσης του ΣΥΡΙΖΑ για υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα και μετά το 2018 θα σημάνει το τέλος των ψευδαισθήσεων. Αν όμως οι αυταπάτες απομακρυνθούν και ο ΣΥΡΙΖΑ δεσμευθεί στους δανειστές ότι με το μείγμα της ακολουθούμενης πολιτικής θα επιδιωχθούν υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα και για τα έτη 2019 και 2020, θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο ότι θα προκληθούν πολιτικές εξελίξεις.
Οι πληροφορίες από τον ΣΥΡΙΖΑ αναφέρουν ότι τα στελέχη του είναι διχασμένα ανάμεσα σε δύο βασικές προσεγγίσεις:
1. Η μία ομάδα εισηγείται προς τον πρωθυπουργό να επιλέξει τις πρόωρες εκλογές καταγγέλοντας τους δανειστές ότι δεν τήρησαν τις δεσμεύσεις τους για ελάφρυνση του ελληνικού χρέους. Στην επιχειρηματολογία τους υποστηρίζουν ότι το διεθνές περιβάλλον θα γίνει δυσκολότερο το 2017 με την αποχώρηση του Φρανσουά Ολάντ, ίσως του τελευταίου και πιο πιστού συμμάχου του Αλέξη Τσίπρα, από την προεδρία της Γαλλικής Δημοκρατίας, ενώ η κυβέρνηση από την 1η Ιανουαρίου θα εφαρμόζει νέα φορομπηχτικά μέτρα που θα δυσαρεστήσουν ακόμη περισσότερο το εκλογικό σώμα. Αν προστεθεί σε αυτά η ανακοίνωση μιας συμφωνίας με τους δανειστές χωρίς ουσιαστικά ανταλλάγματα και επιπλέον με τη δέσμευση για τεράστια πρωτογενή πλεονάσματα και για τα έτη 2019 και 2020, οι ΣΥΡΙΖΑίοι που θέλουν προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία υποστηρίζουν ότι αν το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα παραμείνει στην εξουσία απλώς θα μεγαλώνει η φθορά και θα μειώνονται τα ποσοστά του κυβερώντος κόμματος. Εισηγούνται λοιπόν πρόωρες εκλογές ώστε ο ΣΥΡΙΖΑ να διατηρήσει κάποιες δυνάμεις και να επιβιώσει ώστε να «πολεμήσει» μια άλλη ημέρα.
2. Η δεύτερη ομάδα στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί ότι η κυβέρνηση πρέπει να εξαντλήσει όλα τα περιθώρια και να παραμείνει στην εξουσία όσο περισσότερο μπορεί, ίσως και ολόκληρη την τετραετία προκειμένου να ολοκληρώσει ό,τι έχει αναλάβει και να κριθεί συνολικά το 2019. Με την άποψη αυτή συντάσσεται κατά πληροφορίες και η πλευρά των Ανεξάρτητων Ελλήνων που εκτιμούν ότι δύσκολα θα καταφέρουν να μπουν σε μια κυβέρνηση με πρώτο κόμμα τη ΝΔ, για παράδειγμα.
πηγή : protothema.gr